49ο ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΤΕΥΧΟΣ 15

ΠΡΟΛΟΓΟΣ      ΕΙΣΑΓΩΓΗ         ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ        ΑΝΕΜΟΣ        ΟΜΗΡΙΚΗ ΚΛΙΜΑΚΑ ΑΝΕΜΩΝ        ΘΑΛΑΣΣΑ
ΡΕΥΜΑΤΑ ΣΤΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ - ΡΕΥΜΑΤΑ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ - ΟΡΑΤΟΤΗΤΑ       ΣΥΝΝΕΦΑ            ΟΜΙΧΛΗ
ΚΑΤΑΚΡΗΜΝΙΣΜΑΤΑ          
ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ - ΟΥΡΑΝΙΟ ΤΟΞΟ - ΚΑΥΣΩΝΑΣ
ΕΠΙΛΟΓΟΣ        ΕΤΗΣΙΑ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΣΤΑΘΜΟΥ 2018        ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΟΜΗΡΙΚΗ ΚΛΙΜΑΚΑ ΑΝΕΜΩΝ

  Στις αρχές του 18ου αιώνα, ο William Defoe κατέγραψε μια δωδεκάβαθμη κλίμακα έντασης του ανέμου, την οποία χρησιμοποιούσαν οι εγγλέζοι ναυτικοί πιθανώς από τον Μεσαίωνα. Η κλίμακα αυτή ήταν καθαρά εμπειρική και όριζε με λέξεις την ισχύ του ανέμου. Ένα αιώνα αργότερα, ο ναύαρχος Beaufort κωδικοποίησε τη ναυτική εμπειρία σε μια παρόμοια δωδεκάβαθμη κλίμακα, χρησιμοποιώντας αριθμούς και όχι λέξεις για τις βαθμίδες της. Η κλίμακα Beaufort αναφερόταν όχι μόνο στην ισχύ του ανέμου, αλλά στις συγκεκριμένες επιπτώσεις κάθε βαθμίδας έντασης στα πανιά των πλοίων: έτσι στη βαθμίδα 0 τα πανιά κρέμονταν αδρανή πάνω στις αντένες, στα 5 μποφόρ το καράβι ταξιδεύει με όλα τα πανιά ανοιχτά, στα 6 μποφόρ αρχίζει να μειώνει την ιστιοφορία του και στην τελευταία σκάλα, στα 12 μποφόρ, κανένα πανί δεν μπορεί να αντέξει τη δύναμη του ανέμου .

  Κάτι αντίστοιχο με την κλίμακα Μποφόρ διακρίνουμε αμυδρά και στο έπος. Φυσικά, σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να μιλήσουμε για κωδικοποίηση. Όπως θα προσπαθήσουμε να δείξουμε παρακάτω, στην ομηρική ποίηση υπάρχει κάποια στοιχειώδης κατάταξη της ισχύος των ανέμων ανάλογα με τις επιπτώσεις τους στην ιστιοφορία.

 Γαλήνη: Η λέξη γαλήνη αναφέρεται αποκλειστικά στον άνεμο και στη θάλασσα Για τον άνεμο: γαλήνη νηνεμίη, ε391, μ168. Για τη θάλασσα: οί  δ’έλόωσιν γαλήνην, η319. Αν κρίνουνε από τα συγγενή ουσιαστικά γέλως και γλήνη, η γαλήνη βρίσκεται εντός του εννοιολογικού πεδίου που καλύπτει τις έννοιες «γελώ» και «λάμπω». Συνεπώς, η γαλήνη δεν είναι απλώς νηνεμία, αλλά η λάμψη της ακύμαντης θάλασσας. Αυτή η έννοια είναι εμφανής στην περιγραφή ενός λιμανιού όπου επικρατούν ιδανικές συνθήκες για το άραγμα των καραβιών: στο λιμάνι των Λαιστρυγόνων, η θάλασσα του όρμου όπου αράζουν τα ένδεκα καράβια των εταίρων του Οδυσσέα λάμπει με μια εξωπραγματική λευκήν γαλήνην (κ94). Η γαλήνη, πραγματική ευχή για ένα αραγμένο καράβι ή για ένα ναυαγό (ε452), είναι παγίδα για τα ιστιοφόρα στην ανοιχτή θάλασσα.

DSCN3749.JPG

Τοιχογραφία από το μυκηναϊκό ανάκτορο Ορχομενού ( Μουσείο Θήβας)

  Όταν ο άνεμος πέσει εντελώς και η γαλήνη ακινητοποιήσει το πλοίο, πιάνουν δουλειά οι κωπηλάτες: σηκώνονται από τους πάγκους τους, κατεβάζουν και τυλίγουν το πανί (μηρύσαντο ἱστία, μ170), όμως αφήνουν στημένο το κατάρτι. πιάνουν τα κουπιά και αρχίζουν να λάμνουν (μ168-180), ελπίζοντας να πιάσουν γρήγορα ένα ευνοϊκό ρεύμα στη θάλασσα ή μια πνοή ανέμου.

ελλα:  Το ρήμα ἂημι (Ε256, γ176 κ.α.) ανήκει σε μια οικογένεια λέξεων η οποία συναντάται συχνά στην επική ποίηση, αλλά σπανίως στα κείμενα της Κλασικής Εποχής. Στο ρηματικό κλάδο της οικογένειας εκτός από το ἂημι, βρίσκουμε το ΐω και το σύνθετο διάημι. Το ΐω, το οποίο συναντάται μόνο στον άπαξ λεγόμενο τύπο ἂιον (Ο252), σημαίνει «εκπνέω»· το διάημι (ε478, τ440) χρησιμοποιείται για τον άνεμο που περνά μέσα από τις φυλλωσιές. Στον ονοματικό κλάδο της οικογένειας βρίσκουμε τα ουσιαστικά ἂελλα, ήτης, και τα επίθετα κραής, λιαής, δυσαής, εὐαής, ζαής, ὑπεραής, λέξεις που όλες έχουν σχέση με την έννοια  «πνοή του ανέμου». Η ἂελλα (Β293, γ320 κ.α.) είναι ο δυνατός άνεμος. Στα ομηρικά έπη η λέξη συναντάται στην ονομαστική ενικού ως έλλη (Π374). Όμως, τόσο από τη μεταγενέστερη παράδοση της λέξης όσο και από την αιτιατική ενικού (ἂελλαν), γίνεται σαφές ότι στον στίχο (Π374) ο τύπος ελλα  μετετράπη σε ἀέλλη για λόγους καθαρά μετρικούς. Στην Ιλιάδα οι ἂελλαι συνδέονται με το χειμώνα (Β293), με τον άνεμο που σηκώνει σκόνη (ανεμοστρόβιλος) (Π374), με τις θαλασσινές θύελλες (Τ377) και, μεταφορικά, με την ορμή του πολεμιστή (Ν795). Αντίθετα, στην Οδύσσεια, οι ἂελλαι έχουν σχέση μόνο με τη θάλασσα και τα καράβια. Το όνομα μίας από της Άρπυιες, Ἀελλώ, δείχνει ότι το η λέξη έχει σαφώς αρνητική διάσταση. Τέλος, από το ουσιαστικό ἂελλα σχηματίζεται το άπαξ  λεγόμενο επίθετο ἀελλής (Γ13), το οποίο αναφέρεται στην πυκνή σκόνη που σηκώνει ο άνεμος.

Beaufort_scale_9.jpg

Όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι η ἂελλα είναι ορμητικός άνεμος, πέρα από τα όρια ασφαλούς πλεύσης.

 

ΙΛ.  Λ   296-298 Μτφ Ι. Πολυλά

 

αὐτὸς δ᾽ ἐν πρώτοισι μέγα φρονέων ἐβεβήκει,
ἐν δ᾽ ἔπεσ᾽ ὑσμίνῃ ὑπεραέϊ ἶσος ἀέλλῃ,
ἥ τε καθαλλομένη ἰοειδέα πόντον ὀρίνει.

Εις τους προμάχους μ' έπαρσιν αυτός επροχωρούσε
και μες στην μάχην έπεσεν, ως πέφτει η ανεμοζάλη
και τα γαλάζια κύματα σηκώνει της θαλάσσης.

 


 

  Η ἂελλα είναι άνεμος που, όταν ξεσπάσει, χρειάζεται όλη η ικανότητα του κυβερνήτη (γ283) όχι για να κυβερνηθεί το καράβι, αλλά για να μη βυθιστεί. Το πλεούμενο δεν ταξιδεύει πλέον: παρασύρεται από τη θύελλα (Β293, Τ377 κ.α.). Η ἂελλα, στην ομηρική κλίμακα των ανέμων ανήκει στη βαθμίδα όπου το πλοίο πρέπει να βρει αμέσως ασφαλές αγκυροβόλιο. Αν δεν καταφέρει να αράξει με ασφάλεια για να αποφύγει την ἂελλαν, η σωτηρία του έγκειται στην ικανότητα του πληρώματος και στην καλή ναυπήγηση του καραβιού.

Ἀήτης:  Στον ωφέλιμο χώρο ανάμεσα στις δύο απευκταίες καταστάσεις, την γαλήνην και την ἄελλαν, ο άνεμος παίρνει διάφορα ονόματα προερχόμενα από τη ρίζα ἄҒη-. Ἀήτης (Ξ254, Ο626, δ567) είναι το πιο γενικό από αυτά. Η λέξη αυτή έχει μάλλον ουδέτερο εννοιολογικό φορτίο και δηλώνει απλώς την πνοή του ανέμου. Επίσης, οι ἀῆται, στον πληθυντικό, δεν είναι γενικώς ο άνεμος, αλλά ειδικότερα οι πνοές του ανέμου. Για παράδειγμα, στη φράση ζεφύροιο λιγύ πνείοντος αίήτας (δ567-8), ο ζέφυρος είναι ο άνεμος γενικά και ἀῆται οι πνοές του.

rough-seas.jpg

Αήτης

 

 

ΙΛ.  Ο   624-628 Μτφ. Ν. Καζαντζάκη Ι.Θ. Κακριδή

 

ἐν δ᾽ ἔπεσ᾽ ὡς ὅτε κῦμα θοῇ ἐν νηῒ πέσῃσι

λάβρον ὑπαὶ νεφέων ἀνεμοτρεφές· ἣ δέ τε πᾶσα 
ἄχνῃ ὑπεκρύφθη, ἀνέμοιο δὲ δεινὸς ἀήτη
ἱστίῳ ἐμβρέμεται, τρομέουσι δέ τε φρένα ναῦται δειδιότες

 

και πέφτει μέσα, ως κύμα πού 'πεσε, θρεμμένο απ᾿ τους ανέμους 

κι από τα σύγνεφα, σε γρήγορο καράβι εντός,

κι ακέριο μες στους αφρούς του το κουκούλωσε, κι η άγρια πνοή του ανέμου  ψηλά σφυρίζει μες στα ξάρτια του᾿ κι οι ναύτες παραλυούνε, 

 


 

  Το επίθετο ἀκραής προέρχεται, σύμφωνα με τους λεξικογράφους, από τα θέματα των λέξεων ἄκρος και ἄημι. Προσδιορίζει πάντοτε ανέμους ( β421, ξ253, ξ299) και, μάλιστα, δηλώνει τον ιδανικό άνεμο: ο ἀκραός ζέφυρος που φέρνει το καράβι του Τηλέμαχου από την Ιθάκη στην Πύλο δεν πνέει μόνο από το απολύτως επιθυμητό σημείο του ορίζοντα, αλλά επίσης προσφέρει την ανώτατη δυνατή ταχύτητα στο πλοίο, χωρίς να αποκτά επικίνδυνη ισχύ. Με τους σημερινούς όρους και για μια ξύλινη βάρκα με πανί, θα λέγαμε ότι ἀκραής είναι ένας ούριος, σταθερός άνεμος ανάμεσα στα 5 και στα 6 μποφόρ.

kairos.30.7.7.708.jpg

 Αντίστοιχα, έχουμε τα επίθετα δυσαής, «άνεμος με μη επιθυμητές ιδιότητες», (Ε865, Ψ200, ν99) και ὑπεραής, «άνεμος πάνω από τα ανεκτά όρια». Το επίθετο ὑπεραής δεν αναφέρεται πλέον σε ἀήτην, αλλά σε ἀέλλην (Λ297). Ακόμη πιο ισχυρός είναι ο ζαής, «ο άγριος άνεμος», που συνδέεται πλέον με την λαίλαπα ( ε368, μ313) .

  Τέλος, ο λιας άνεμος είναι εκείνος που οδηγεί το καράβι από τη στεριά στη θάλασσα ή, καλύτερα, ο άνεμος που επιτρέπει τον απόπλου (δ361).

kairos-12-8-708.jpg

 

ΟΔ.  ε   366-371 Μτφ. Αρ. Εφταλιώτης

 

ἧος ὁ ταῦθ᾿ ὥρμαινε κατὰ φρένα καὶ κατὰ θυμόν,
ὦρσε δ᾿ ἐπὶ μέγα κῦμα Ποσειδάων ἐνοσίχθων,
δεινόν τ᾿ ἀργαλέον τε, κατηρεφές, ἤλασε δ᾿ αὐτόν.
ὡς δ᾿ ἄνεμος ζαὴς ἠί̈ων θημῶνα τινάξῃ
καρφαλέων: τὰ μὲν ἄρ τε διεσκέδασ᾿ ἄλλυδις ἄλλῃ:

ὣς τῆς δούρατα μακρὰ διεσκέδασ'. αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς
ἀμφ᾿ ἑνὶ δούρατι βαῖνε, κέληθ᾿ ὡς ἵππον ἐλαύνων,

 

Αυτά καθώς ανάδευε στο νου και στην ψυχή του,
μεγάλο κύμα σήκωσεν ο σείστης ο Ποσειδώνας,
φριχτό κι αψηλοθόλωτο, που απάνω του ξεσπάνει.
και καθώς σίφουνας σωρό ξεράχερα τινάζει
και τα σκορπάει εδώ κι εκεί, παρόμοια σκορπιστήκαν
και τα δοκάρια του σκαριού· και τότες ο Οδυσσέας
σε ξύλο καβαλίκεψε σαν που άλογο ανεβαίνουν

 

 

  Θύελλα και λαῖλαψ : Η θύελλα, προερχόμενη από ρίζα που σχηματίζει λέξεις όπως θύω («κινούμαι ορμητικά», «εφορμώ») ή θυιάς (Βάκχη), πρόκειται για κατάσταση ανέμου απαγορευτική για τη ναυσιπλοΐα. Η έκφραση θύελλα μισγομένων ἀνέμων (ε317) ή ἄελλαι παντοίων ἀνέμων (ε304-5) δηλώνει μια «παρεκβατική» κατάσταση των ανέμων, σπιλιάδες που πνέουν από κάθε κατεύθυνση, κάτι συνηθισμένο σε θαλάσσιες περιοχές όπως εκείνες των Εχινάδων ή των Κυκλάδων.

thyella.jpg

ΟΔ.  η   272-275 Μτφ. Ν. Καζαντζάκη Ι.Θ. Κακριδή

 

τήν μοι ἐπῶρσε Ποσειδάων ἐνοσίχθων,
ὅς μοι ἐφορμήσας ἀνέμους κατέδησε κέλευθον,
ὤρινεν δὲ θάλασσαν ἀθέσφατον, οὐδέ τι κῦμα
εἴα ἐπὶ σχεδίης ἁδινὰ στενάχοντα φέρεσθαι.

τὴν μὲν ἔπειτα θύελλα διεσκέδασ':

ο Ποσειδώνας μου ξαπόστειλεν ο κοσμοσείστης ξάφνου·
τι μου ξεσήκωσε τους ανέμους και μου 'κλεισε τις στράτες,
και τόσο ετάραξε τη θάλασσα, που πάνω στην πλωτή μου
 
το κύμα να σταθώ δεν άφηνε, κι αβάσταχτα θρηνούσα.

Σε λίγο ένα μπουρίνι εσκόρπισε τα ξύλα της πλωτής μου·


 

  Η λαῖλαψ ( θύελλα, καταιγίδα μανιασμένη , τυφώνας, ανεμοστρόβιλος) έρχεται μαζί με μαύρα σύννεφα (λαῖλαψ κελαινή, Π384) και προκαλείται από τον Βορέην (ι67-8) ή τον Ζέφυρον (Δ276-8). Η λαῖλαψ περιέχεται συχνά σε μεταφορές (λαίλαπι  ἶσος, Υ51).

kyklwnas.jpg

 

ΙΛ.  Λ   305-309 Μτφ. Ν. Καζαντζάκη Ι.Θ. Κακριδή

 

ὡς ὁπότε νέφεα Ζέφυρος στυφελίξῃ 
ἀργεστᾶο Νότοιο βαθείῃ λαίλαπι τύπτων· 
πολλὸν δὲ τρόφι κῦμα κυλίνδεται, ὑψόσε δ᾽ ἄχνη
σκίδναται ἐξ ἀνέμοιο πολυπλάγκτοιο ἰωῆς· 
ὣς ἄρα πυκνὰ καρήαθ᾽ ὑφ᾽ Ἕκτορι δάμνατο λαῶν.

 Καθώς ο Ζέφυρος με σίφουνα μεγάλο
φερμένα από το Νότο σύγνεφα λευκά χτυπάει και σπρώχνει,
και φουσκωτά κυλούν τα κύματα, κι η άχνη ψηλά σκορπιέται
απ᾿ την ορμή του πολυτάξιδου κυνηγημένη ανέμου'
παρόμοια κι ο Έχτορας εθέριζε πολλά κεφάλια τότε.

 

Πρέπει να σημειώσουμε ότι η λέξη θύελλα χρησιμοποιείται συνήθως κυριολεκτικά.

 

   Άρπυιες : Στον Όμηρο ο αριθμός τους είναι ακαθόριστος. Ωστόσο μνημονεύεται μια από αυτές, η Ποδάργη. 


  Οι Άρπυιες είχαν την καταστροφική δύναμη της θύελλας και μ΄αυτήν ταυτίζονται στον Όμηρο. Προκαλούσαν τρόμο στους ανθρώπους γιατί τους άρπαζαν αυτούς και τα υπάρχοντά τους (Ομ. Οδ.. α. 241.ξ. 371), όπως άλλωστε δηλώνει και το όνομά τους, (Άρπυιες - ανερέπτομαι - αρπάζω). Έτσι άρπαξαν και τις θυγατέρες του Πανδάρεου και τις πήγαν δούλες στις Ερινύες (Ομ. Οδ. υ 66-78). Ως θεότητες του ανέμου σχετίζονται άμεσα με τον κόσμο των νεκρών, αφού όποιον θνητό άρπαζαν εκείνος δεν γύριζε ξανά πίσω.
 


  Γι΄αυτό και η Πηνελόπη, απελπισμένη από την πολύχρονη απουσία του άνδρα της, του Οδυσσέα, παρακαλεί να την πάρουν οι θύελλες για να σωθεί από τα βάσανα της ζωής της (Ομ. Οδ. υ 79).

 

 

ΟΔ.  υ   63-66 Μτφ. Ν. Καζαντζάκη Ι.Θ. Κακριδή

 

αὐτίκα νῦν, ἢ ἔπειτα μ᾿ ἀναρπάξασα θύελλα
οἴχοιτο προφέρουσα κατ᾿ ἠερόεντα κέλευθα,

ἀψορρόου προχοῇς δὲ βάλοι Ὠκεανοῖο.

τούτη την ώρα! Για και δρόλαπας να 'ρχόταν να με ασκώσει
και να με πάρει, κι από ανήλιαγες οδεύοντας με στράτες

στου Ωκεανού του κυκλορέματου να μ᾿ έριχνε το στόμα!

 

 

Backhuysen_Storm.jpg

 

Πλοία σε θύελλα, δεκαετία 1690 λάδι σε καμβά, του Λούντολφ Μπακχάουζεν

 

  Στη βάση όλων των προηγουμένων, ίσως μπορούμε να διακρίνουμε μια κατάταξη των ανέμων ανάλογα με τις επιπτώσεις τους στο θαλασσινό ταξίδι .

ΠΙΝΑΚΑΣ. Η «ΚΛΙΜΑΚΑ»ΤΩΝ ΟΜΗΡΙΚΩΝ ΑΝΕΜΩΝ

Όνομα  Επίπτωση στη ναυσιπλοΐα
γαλήνη Τα πανιά κρέμονται· κίνηση μόνο με κουπιά
ἁλιάης  Το πλοίο αποπλέει και κινείται στη θάλασσα
ἀκραής   Άνεμος με τις επιθυμητές ιδιότητες κατεύθυνσης και ισχύος
δυσαής Άνεμος με μη επιθυμητές ιδιότητες
ἄελλα, ὑπεραής        Καταιγίδα κατά την οποία το πλήρωμα πρέπει να ποδίσει για να βρει καταφύγιο ή, τουλάχιστον, να προσπαθήσει να μη βυθιστεί το πλοίο.
θύελλα, ζαής Τα πανιά καταστρέφονται· το πλήρωμα πρέπει αμέσως να κινήσει το πλοίο με τα κουπιά για να ποδίσει.
λαῖλαψ, ζαής      Πλοίο και πλήρωμα στο απόλυτο έλεος της καταιγίδας

 

  Φυσικά, σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να μιλήσουμε για κλίμακα ανέμων με τη σημερινή έννοια. Διακρίνουμε, πάντως, μια εμπειρική κατάταξη, που προσδιορίζει όχι μόνο ενδείξεις έντασης, αλλά και διάφορα άλλα χαρακτηριστικά, ανάλογα με την περίπτωση. Έτσι, ο ἁλιάης και ο ἀκραής άνεμος δηλώνουν:

        i.            Την ένταση του ανέμου: τόση ώστε το πλοίο μπορεί να πλεύσει άνετα

      ii.            Την κατεύθυνση του ανέμου: τέτοια ώστε το πλοίο να λάβει την επιθυμητή πορεία

    iii.            Το στάδιο του ταξιδιού: ο ἁλιάης σχετίζεται μόνο με τον απόπλου, ενώ ἀκραής με το κυρίως ταξίδι.

  Ο οὖρος άνεμος είναι εκείνος που επιτρέπει την κίνηση του καραβιού (Α479, β420 κ.α.). Πνέει από την πρύμη του πλοίου ή δευτερόπρυμα, μέσα στα όρια ανοχής του συστήματος ιστιοφορίας και  είναι συγκεκριμένα «ο άνεμος που κινεί το πλοίο».

minoiki_zoiforos.jpg

Απεικόνιση κίνησης των καραβιών σε τοιχογραφία της προϊστορικής Θήρας.

 

ΙΛ.  Ξ   16-22 Μτφ. Ν. Καζαντζάκη Ι.Θ. Κακριδή

 

ὡς δ᾽ ὅτε πορφύρῃ πέλαγος μέγα κύματι κωφῷ
ὀσσόμενον λιγέων ἀνέμων λαιψηρὰ κέλευθα
αὔτως, οὐδ᾽ ἄρα τε προκυλίνδεται οὐδετέρωσε,
πρίν τινα κεκριμένον καταβήμεναι ἐκ Διὸς οὖρον,

ὣς ὃ γέρων ὅρμαινε δαϊζόμενος κατὰ θυμὸν 
διχθάδι᾽, ἢ μεθ᾽ ὅμιλον ἴοι Δαναῶν ταχυπώλων,
ἦε μετ᾽ Ἀτρεΐδην Ἀγαμέμνονα ποιμένα λαῶν.

Πώς κύμα απόκουφο ανατάραξε το μέγα πέλαο ξάφνου,
τι σφουριχτοί σε λίγο αγέρηδες προσμένει να χυθούνε,
και μήτε δώθε παίρνει απίδρομο και μήτε κείθε ακόμα,
ως που να στρώσει αγέρας σίγουρος, ψηλά απ᾿ το Δία σταλμένος·

όμοια διχόγνωμος κι ο γέροντας με σπαραγμένα σπλάχνα 

στους Αχαιούς τους αλογάρηδες μια γύρευε να τρέξει,

και μια στον άρχοντα Αγαμέμνονα, το γιο του Ατρέα το γαύρο.

 

     Ο ήχος του ανέμου έχει έμμεση σχέση με τη ναυσιπλοΐα: ο ιδανικός άνεμος είναι λιγύς, «με μουσικό ήχο». Στην Ιλιάδα, το επίθετο λιγύς, όπως και το αντίστοιχο λιγυρός, εκτός από τον συριγμό του ανέμου, προσδιορίζουν τον καθαρό ήχο της ανθρώπινης φωνής (Α248.), τον ήχο της λύρας (Ι186 ), αλλά και την οξεία φωνή των αρπακτικών πουλιών. Στην Οδύσσεια, το επίθετο λιγυρός χρησιμοποιείται μόνο για το τραγούδι (μ44, μ183), ενώ η έννοια του λιγύς μετακινείται από το «καθαρός ή συριστικός [ήχος]» στο «ευχάριστος, γλυκός [ήχος]»· με την έννοια αυτή χρησιμοποιείται ως επίθετο των Μουσών (ω62), της φόρμιγγας (θ67 κ.α.) και του ούριου ανέμου (γ176 κ.α.).

a.jpg

Τοιχογραφία στο ανάκτορο της Πύλου

ΟΔ.  γ   287-300 Μτφ. Ν. Καζαντζάκη Ι.Θ. Κακριδή

 

ἀλλ᾿ ὅτε δὴ καὶ κεῖνος ἰὼν ἐπὶ οἴνοπα πόντον
ἐν νηυσὶ γλαφυρῇσι Μαλειάων ὄρος αἰπὺ
ἷξε θέων, τότε δὴ στυγερὴν ὁδὸν εὐρύοπα Ζεὺς
ἐφράσατο, λιγέων δ᾿ ἀνέμων ἐπ᾿ ἀυτμένα χεῦε,

κύματά τε τροφέοντο πελώρια, ἶσα ὄρεσσιν.

ἔνθα διατμήξας τὰς μὲν Κρήτῃ ἐπέλασσεν,

……………………………………………..

 ἀτὰρ τὰς πέντε νέας κυανοπρῳρείους

Αἰγύπτῳ ἐπέλασσε φέρων ἄνεμός τε καὶ ὕδωρ.

 

Μα όπως ξανά κινώντας διάβαινε το πέλαο το κρασάτο
κι αντίκρυ στου Μαλιά τ᾿ απόγκρεμα βουνά γοργοπετούσαν
τα βαθουλά καράβια,
 του 'κλωσεν ο Δίας ο μακροβίγλης
πικρό ταξίδι᾿ ξάφνου ξέχυσε στο πέλαο θεριεμένα,

σαν τα βουνά, πελώρια κύματα και σφουριχτούς ανέμους. 

Εκεί στα δυο τους κόβει κι έριξε μισούς στην Κρήτη απάνω,

……………………………………..
Μα τ᾿ άλλα πέντε γαλαζόπλωρα καράβια που ξέκοψαν

ο αγέρας και το ρέμα τα 'φεραν στης Αίγυπτος τα μέρη.