49ο ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΑΡΧΙΚΗΕΠΙΣΤΡΟΦΗΕΠΟΜΕΝΗ

 

                 (βγαίνουν δυο μαθητές γελώντας)

Μαθητής  1: Τι χωριάτης, μπουνταλάς είναι αυτός ο γέρος. Του λέει ο Σωκράτης «Εμπρός τι  θες να σε  διδάξω; Για μέτρα, για στίχους ή ρυθμούς.». 

Μαθητής 2: Και αυτός τι απάντησε;

Μαθητής 1: Για μέτρα. Γιατί κάποτε ο αλευράς μου έφαγε δυο κιλά αλεύρι. Του λέει ο Σωκράτης Δεν σε ρωτώ αυτό. Τι νομίζεις το τρίμετρο ή το τετράμετρο είναι καλύτερο μέτρο. Και αυτός τι απάντησε; Το τετράκιλο!

Μαθητής 2: Εγώ ήρθα την ώρα που τον ρώτησε ο Σωκράτης για το ρυθμό, ποιός είναι ο γρήγορος και ποιος γίνεται με το δάχτυλο Μα τον  αχρείο τον αισχρό. Να σηκώσει το μεσαίο το δάχτυλο και χειρονομώντας να πει: «ποιο άλλο από αυτό;»  (φεύγουν με γέλια)

Σω: Μα την αναπνοή, το χάος και τον αγέρα! Τέτοιο χωριάτη άνθρωπο δεν είδα άλλον. Άξεστος , ανεπίδεκτος και ξεχασιάρης. Προβλήματα πάει να μάθει και πριν να μάθει κάτι τι , αμέσως το ξεχνάει. Που είσαι Στρεψιάδη;

Στ: Εδώ, εδώ

Σω: Για πες μου πως θα γλιτώσεις από δίκη, που είσαι να καταδικαστείς, χωρίς να έχεις μάρτυρες;

Στ: Απλούστατα και με μεγάλη ευκολία

Σω: Πες μου λοιπόν.

Στ: Πριν με φωνάξει ο δικαστής στη δίκη την δική μου, θα πάω να κρεμαστώ.

Σω: Τι Λες;

Στ: Γιατί, νεκρό κανείς δε θα με δικάσει.

Σω: Βλακείες λες. Ξεκουμπίσου. Θα εκραγώ και θα κλατάρω.

Στ: Έλα πες μου εσύ  κύριε Σωκρατάκη;

Σω : Να πας στο κόρακα γερομπουμπούνα.

 Στ: Αλίμονό μου, ο δύσμοιρος, τι έχω να πάθω!

ΧΟΡΟΣ: Γέρο σε συμβουλεύουμε αν έχεις γιο μεγάλο, φερ’ τον εδώ να μορφωθεί αυτός αντί για σένα.

Στ:  Έχω γιο όμορφο. Μα  όλη μέρα με το στοίχημα των αλόγων ασχολείται, που μυαλό για γράμματα.

ΧΟΡΟΣ Κ: Εσύ του το επιτρέπεις;  Αν δεν τον πείσεις γέροντα, εγώ η νεφέλη στο μηνώ, άσχημα θα την έχεις.

(Ο Στεψιάδης φεύγει να βρει το γιό του)

      Στ: Φειδιππίδη έλα εδώ , με έχεις φέρει στο αμήν. Δεν ξέρω τι θα κάνεις αλλά θα πας στη σχολή του Σωκράτη

Φε: Σ’ αυτούς  τους κιτρινιάρηδες;

Στ: Όχι θα πας, δεν θα μείνεις  άλλο εδώ. Θα πας τις κολόνες να φας.

Φε: Μα τον  Δία τον Ολύμπιο , δεν πας καλά!

Στ: Τι βλακείες δεν υπάρχει Δίας.

Φε: Πω , πω ! Αλίμονό μου τρελάθηκε  ο πατέρας. Είσαι καΐκι! Να τον βγάλω τρελό στο δικαστήριο ή να παραγγείλω φέρετρο;

Στ: χα    χα   χα

Φε: Τι γελάς;

Στ: Παιδί και έχεις ιδέες παλιές. Θα πας στη σχολή για να μάθεις και να γίνεις άντρας. Αλλά το νου σου, άλλος να μη το μάθει.

Φε: Λοιπόν τι είναι αυτό;

Στ: Μόλις τώρα ορκίστηκες στο Δία.

Φε: ναι   ναι

Στ: Βλέπεις τι αξίζει μάθηση;  Δεν υπάρχει Φειδιππίδη Δίας.

Φε: Αλλά τι;

Στ:  Η Δίνη βασιλεύει, ο Δίας έχει σβήσει.

Φε: Καλά, μου άνοιξες την όρεξη, αλλά εσύ θα χάσεις

             ( πάνε μαζί στη σχολή)

Στ:   Σου τον έφερα. Κάνε και εσύ αυτό που πρέπει.

Σω: Καλά πήγαινε μέσα και θα διαλέξεις μόνο σου.

(Ο Στεψιάδης φεύγει και ο Φειδιππίδης παρακολουθεί ένα καυγά)

Δίκαιος: Έλα εδώ, δείξε τη φάτσα σου στους θεατές. Δεν ντρεπόμαστε λίγο λέγω εγώ!

Άδικος:   Μπρος πάμε. Όσο  πιο πολλές βλακείες λες  τόσο καλύτερο για μένα.

Δι:   Καλέ κατούρα και λίγο; Ποιος νομίζεις ότι είσαι;

Αδ:  Ο λόγος.

Δι:  Ο αδύνατος.

Αδ:  Δεν ξέρεις τι να πεις και το γυρνάς στην επίθεση.

Δι: Ποια είναι η σοφία σου;

Αδ: Σκαρφίζομαι νέες ιδέες, εσένα;

Δι: Υπερασπίζομαι το δίκαιο

                                                                     Αδ:  Θα σε ανατρέψω αντιλέγοντας. Πρόσεχε το δίκαιο

                                                                     είναι υποκειμενικό.

Δι:   Έλα εδώ εσύ (προς τον Φειδιππίδη) Άκουσε εμένα.

Αδ:  Τι; Εσύ θα τον  διδάξεις; Εντάξει τώρα τα είδα όλα.

Δι:  Ναι, για να τον σώσω και γλωσσάς να μη γίνει! Αλλά άντρακλας με τα ούλα του

Αδ:  Έλα εδώ και ας’ τον να λέει μαλακίες.

Δι:  Θα κλάψεις αν δαχτυλάκι του βάλεις. Άκου νέε μου.

Θα μιλήσω για τη παλιά εκπαίδευση, όπως υπήρχε τότε, στα νιάτα μου, που δίδασκα το δίκαιο και η ηθική ήταν απ’ όλους σεβαστή.

Και πρώτα τα παιδιά το βούλωναν…

Μαθητής 1: Τι παλικάρια ήταν αυτά ρε;

Δι:  Κόσμια στο δρόμο του σχολείου πήγαιναν, μαζί  τα γκομενάκια γυμνά, ακόμη κι αν πυκνό έπεφτε το χιόνι…

Μαθητής 2: Φέρε τη θερμοφόρα γιατί θα παγώσω με τις μαλακίες που λέει

Δι:  Εκεί τραγούδια μάθαιναν χωρίς να σμίγουνε τα μπούτια, σαν το « Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει» ή « Τα χρόνια τα παλιά τα δοξασμένα»… ακολουθώντας τον σκοπό, που οι πατέρες τους τραγουδούσαν.

Αδ:  Έχεις  χάσει τελείως το μυαλό σου. Έχουν περάσει τα χρόνια. Συγχρονίσου λίγο.    

Δι:  Γι’ αυτό καλέ μου νεαρέ, με θάρρος να διαλέξεις εμέ το λόγο το δίκαιο. Το face book  μισητό να σου γίνει,

Μαθητής 1: Και που θα γκομενίζουμε;

 Δι:  Ζεστά λουτρά να μη ζυγώνεις, να ντρέπεσαι για τα αισχρά…

Μαθητής 2: Η γυναίκα θέλει να το χαρεί πολύ και συ είσαι γέρικο άλογο. Εδώ ο Δίας που ήταν θεός ξενοκοιμόταν και μείς που είμαστε θνητοί;

 Δι:  κι αν κάποιος σε πειράζει, να του σπας τα μούτρα. Να δίνεις στους γέρους τη θέση σου κι άσχημα να μη φέρεσαι στους γονείς σου. Να μην κάνεις μαλακίες γιατί γύφτουλα θα σε περάσουν.

Αδ:   Στου Ιπποκράτη τους γιούς θα μοιάσεις, και βλίτο θα σε φωνάζουν. Καλά είσαι τώρα σοβαρός που τράτουλες να μην κάνει; Αυτή είναι η σοφία σου;

 Δεν σ’ αφήνει, λέει ζεστά λουτρά να κάνεις.

                                                                   Δι:   Τον άντρα κάνει μαλθακό και φοβητσιάρη.

 

[1],[2],[3],[4],[5],[6],[7]