49ο ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΑΡΧΙΚΗΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

 ΠΡΟΛΟΓΟΣ           H ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ  ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ        ΤΑ ΜΕΡΗ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΚΑΙ Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ           
Η ΑΚΟΥΣΤΙΚΗ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ
             Η ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΜΕ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ   
ΤΑ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΟΤΕΡΑ ΑΠΟ ΤΑ ΣΩΖΟΜΕΝΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΑΤΡΑ     ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΩΝ         ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Η ΑΚΟΥΣΤΙΚΗ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ

  H απλότητα και το μεγαλείο αποτελούν τη συνοπτικότερη ίσως περιγραφή των χαρακτηριστικών των μνημείων του αρχαίου Ελληνικού κόσμου. Και το θέατρο αποτελεί το μνημείο εκείνο στο οποίο τα δύο αυτά χαρακτηριστικά συνδυάζονται με τον καλύτερο τρόπο. H αλήθεια αυτή δεν οφείλεται μόνο στην απλότητα της μορφής του, σε σύγκριση με άλλα, αναγκαστικά ίσως συνθετότερα μνημεία.

  Και η αντοχή αυτή αναδεικνύει το μεγαλείο. Γι’ αυτό η ανανέωση της γνωριμίας μας με το αρχαίο θέατρο, σαν θεατές, σαν επισκέπτες, σαν επιστήμονες, σαν σχεδιαστές νέων θεάτρων, είναι αναγκαία και πρέπει να είναι συνεχής. O κύκλος της ορχήστρας αποτελεί τον πυρήνα της μορφής του αρχαίου ελληνικού θεάτρου. Είτε πρόκειται για κύκλο χορευτών, είτε πρόκειται για κύκλο χορωδών, ένα είναι βέβαιο.

  O κύκλος αποτελεί το βέλτιστο σχήμα για να μπορεί να βλέπει και να ακούει άνετα ένας μεγαλύτερος αριθμός θεατών. Ακόμη περισσότερο ο κύκλος αποτελεί το φυσικό σχήμα που δημιουργείται και σήμερα γύρω από έναν ομιλητή.

  Το κοίλον του θεάτρου, δηλαδή το ίδιο το θέατρο, αναπτύχθηκε αρχικά με τη βοήθεια ξύλινων κατασκευών.


Θέατρο Επιδαύρου

  Καταστροφές κατέδειξαν το επικίνδυνο των κατασκευών αυτών και οδήγησαν στην επινόηση πιο ασφαλών λύσεων, αρχικά κοντά σε λόφους για την δημιουργία του κοίλου με εκσκαφή και τελικά σε κατασκευές από πέτρα, που διασώζονται μέχρι τις μέρες μας. H κυκλική διάταξη σε συνδυασμό με τη μεγάλη υπερύψωση μεταξύ σειρών καθισμάτων δίνει έναν μοναδικό συνδυασμό απρόσκοπτης θέας και ακρόασης.

  Αντίθετα με τον κύκλο της ορχήστρας και του κοίλου η ευθεία αποτελεί το βασικό σχήμα της σκηνής. H σκηνή είναι το κτίσμα μέσα στο οποίο συντελούνται όλες οι προετοιμασίες και ταυτόχρονα είναι το φόντο μπροστά στο οποίο διαδραματίζεται η θεατρική δράση. Άλλοτε κανονικό πέτρινο κτίριο, άλλοτε πρόχειρο ελαφρύ κατασκεύασμα, σκηνικό, παρουσιάζει μεγάλες διαφοροποιήσεις ως προς τη μορφή, το μέγεθος και τη θέση.

  Κυρίως τη θέση ως προς την ορχήστρα και την απόσταση από αυτή. Κρίνοντας από την κατάληξη της μορφής του κτιρίου της σκηνής, όπως μας παρουσιάζεται σε ένα κορυφαίο δείγμα θεάτρου, στην Επίδαυρο, φαίνεται ότι μετά από παλινδρομήσεις διαμορφώθηκε ως ένα διώροφο κτίσμα στην εφαπτομένη του κύκλου της ορχήστρας, με το οποίο κλείνει η μία πλευρά του θεάτρου.

  H απλή επίλυση των τριών καθοριστικών αυτών στοιχείων του θεατρικού χώρου, αποτελεί το μεγαλείο του αρχαίου ελληνικού θεάτρου. Με όλα τα μέσα στην διάθεσή του, ο σύγχρονος σχεδιαστής χάνει πολλές φορές αυτό το νόημα και οδηγείται σε λύσεις θεατρικών χώρων που δεν στηρίζουν την παράσταση αλλά αναλίσκονται στο χώρο. Γι’ αυτό το μήνυμα που μας μεταφέρουν τα αρχαία Ελληνικά θέατρα εξακολουθεί να είναι επίκαιρο και δεν έχει γίνει ακόμη κατανοητό στο σύνολό του.


Θέατρο Αιγείρας

  Τα θέατρα της αρχαίας κλασσικής περιόδου έχουν αξιοσημείωτη ακουστική όσον αφορά την ευκρίνεια του λόγου , σόλο ή ομόφωνο τραγούδι , ψαλμωδία και σόλο μουσικά όργανα. Η βασική ιδιότητα της δομής του θεάτρου στο να καταφέρει αυτές τις συνθήκες εμφανίζεται στα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά του που παράγει μια αφθονία του «έγκαιρου ανακλώμενου ήχου» και είναι ο ήχος που φτάνει  στους ακροατές μέσα στα 50ms του άμεσου ήχου ο οποίος διασκορπίζεται από τα καθίσματα και τους ίδιους τους ακροατές. Σε μικρότερο βαθμό ο ανακλώμενος ήχος από την ορχήστρα και την σκηνή εμφανίζεται να είναι σημαντικός καθώς παρέχει ένα φάσμα από έγκαιρους ανακλώμενους ήχους μέσα σε χρόνο καθυστέρησης των 20 msec ή λιγότερο ακολουθώντας τον άμεσο ήχο . Η σχεδόν απουσία της αντήχησης και η ευρεία καθυστέρηση του χρόνου 50msec ή περισσότερα στον ανακλώμενο και στον διαχεόμενο ήχο καθιστά τα αρχαία θέατρα ακατάλληλα για ορχηστρική μουσική. Όμως για τον αρχικό σκοπό κατασκευής τους είναι ιδανικά, και όταν αναλογιζόμαστε ότι δεν έχουν καμία τεχνητή ενίσχυση ήχου παρά μόνο την προσωπική προσπάθεια των ηθοποιών είναι αληθινά αξιοθαύμαστα για τα ακουστικά τους επιτεύγματα.

  Όταν οι πρώτες ανακλάσεις φτάνουν στον ακροατή μέσα στα 50 msec από τον άμεσο ήχο συνδυάζοντας την έλλειψη της ηχώ στην συνείδηση του ακροατή μια μοναδική ακουστική εικόνα μεγαλύτερης έντασης και αυξημένης ποιότητας επαρκεί παρά από τον άμεσο ήχο από μόνο του.

  Οι πρώτες ανακλάσεις σε ένα άδειο θέατρο παράγεται αρχικά από τη διάχυση του ήχου στα πέτρινα καθίσματα . Από την άλλη όταν το θέατρο είναι γεμάτο ένα μέρος του ήχου διαχέεται από την εκτιθέμενη πέτρα και ένα άλλο από τους ίδιους τους θεατές κυρίως από τα γυμνά κεφάλια τους , αν και από τα άδεια καθίσματα διαχέεται περισσότερο ο ήχος.


Θέατρο Γυθείου

  Επιπλέον η διάχυση από το κοινό παράγει πολύ λιγότερο οπισθοδιαχεόμενο ήχο από την σκηνή και τα μπροστινά καθίσματα. Αυτό διότι ο ήχος (κυρίως οι υψηλές συχνότητες χρήσιμες για την ευκρίνεια του ήχου) περιθλάται από τα κεφάλια του κοινού κυρίως μέσω μικρών γωνιών ενώ αυτός που διαχέεται από τα καθίσματα περιέχει πολύ μεγαλύτερη ενέργεια ήχου ανακλώμενη μέσω μεγάλων γωνιών. Η διάχυση με μεγάλες γωνίες έχει σαν αποτέλεσμα πιο φτωχές ακουστικές συνθήκες στα καθίσματα μπροστά και στις πολύ ακριανές θέσεις σε ένα άδειο θέατρο από ότι σε ένα γεμάτο.

  Έτσι η ακουστική τελειότητα των καλύτερων αρχαίων θεάτρων οφείλεται κυρίως στο φάσμα των έγκαιρων ανακλάσεων που φτάνει στον ακροατή από την διάχυση των άδειων θέσεων και των ακροατών, τονίζουμε ότι επειδή δεν υπάρχουν ηχοανακλώμενοι πλευρικοί τοίχοι και ταβάνια σε αυτές τις κατασκευές , δεν υπάρχει πρώτο ανακλώμενος ήχος , που είναι εξέχον σε συναυλιακούς χώρους που μπορεί να φτάσει στον ακροατή. Εξαιρέσεις υπάρχουν όταν η σκηνή έχει εκτενή και λεπτομερή αρχιτεκτονικό σχεδιασμό όπως στο Ωδείο Ηρώδη του Αττικού αλλά γενικά η σκηνή είναι είτε λείπει είτε είναι εγκατεστημένη προσωρινά για καλοκαιρινά προγράμματα, δεν είναι όμως πρωτεύον παράγοντας για τον άμεσο ήχο που φτάνει στο κοινό.


Ωδείο Ηρώδου του Αττικού

 (Η λέξη Επίδαυρος σημαίνει "Δρα Επί της Αύρας")

  Ήδη από τον 1ο π.χ. αιώνα, ο Ρωμαίος αρχιτέκτονας Βιτρούβιος  θαύμαζε το πώς οι αρχαίοι Έλληνες είχαν διαρρυθμίσει τα καθίσματα της Επιδαύρου «σύμφωνα με την επιστήμη της αρμονίας» για να ακούγονται καθαρότερα οι φωνές των ηθοποιών. Ακόμα και ο παραμικρότερος ψίθυρος στη σκηνή του θεάτρου ακούγεται πεντακάθαρα στις τελευταίες θέσεις σε απόσταση 60 μέτρων.


Θέατρο Επιδαύρου

  Το θέατρο είναι το καλύτερα διατηρημένο κτίσμα του Ασκληπιείου της Επιδαύρου. Σε αυτό συναντάμε την χαρακτηριστική τριμερή διάρθρωση του ελληνιστικού θεάτρου στην ιδανική της έκφανση: κοίλο, ορχήστρα, σκηνικό οικοδόμημα. Η ορχήστρα του είναι απολύτως κυκλική, με δάπεδο από πατημένο χώμα εγκιβωτισμένο σε λίθινο περιμετρικό δακτύλιο. Έχει διάμετρο 19,5 μέτρα και περιβάλλεται από ανοιχτό αποχετευτικό αγωγό για την απομάκρυνση των νερών της βροχής που ρέουν από το κοίλο. Το κοίλο του θεάτρου είναι άριστα προσαρμοσμένο στην φυσική κοιλότητα της βόρειας πλαγιάς του όρους Κυνόρτιο με κλίση περί τις 26 μοίρες. Αποτελείται από δύο μέρη που χωρίζονται από περιμετρικό διάδρομο: Ένα των 21 σειρών καθισμάτων για το λαό και το κάτω, από 34 σειρές καθισμάτων, για τους ιερείς και τους άρχοντες. Στενές κλίμακες ανόδου κατατέμνουν τα δύο μέρη σε σφηνοειδείς κερκίδες. Σε κάτοψη το κοίλο υπερβαίνει το ημικύκλιο η δε χάραξή του είναι ελαφρά ελλειψοειδής. Στα δύο άκρα καταλήγει σε ισχυρούς αναλημματικούς τοίχους. Η χωρητικότητά του θεάτρου ανέρχεται περίπου σε 14.000 θεατές. Το επίμηκες σκηνικό οικοδόμημα, που εφάπτονταν στην ορχήστρα κλείνοντας απ' άκρου σε άκρο το άνοιγμα του κοίλου προς βορρά, αναπτυσσόταν σε δύο μέρη. Εμπρός βρισκόταν το υπερυψωμένο προσκήνιο με όψη ιωνικού ρυθμού και προέχοντα άκρα. Πίσω ορθωνόταν το διώροφο κτίριο της σκηνής. Η όψη του δεύτερου ορόφου αρθρωνόταν σε μεγάλα ανοίγματα για την υποδοχή ζωγραφιστών πινάκων (σκηνικών). Δύο ράμπες οδηγούσαν εκατέρωθεν στο επίπεδο του προσκηνίου. Πυλώνες ιωνικού ρυθμού, με δύο θύρες συνέδεαν αρχιτεκτονικά την σκηνή με τα αναλήμματα του κοίλου. Η άριστη ακουστική του Θεάτρου της Επιδαύρου, που ασφαλώς θα ενισχυόταν από τον ανακλαστήρα του αρχικού σκηνικού οικοδομήματος, οφείλεται στην τέλεια γεωμετρία του σχεδιασμού.

  Η ακουστική λοιπόν στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου έχει το αξιοπερίεργο, ότι έτσι όπως ακούγονται καθαρά τα Ελληνικά εκεί, δεν μπορούν να ακουστούν άλλες γλώσσες, υπάρχει δηλ κάποιου είδους συντονισμού του ήχου, της Μαθηματικής Ελληνικής γλώσσας, του χώρου και της ακουστικής, και αυτό γιατί η Ελληνική γλώσσα είναι μουσική γλώσσα. (γνωστή δε η σχέση μεταξύ μουσικής αρμονίας και των μαθηματικών και των μαθηματικών με την αρμονία του σύμπαντος, όπως επίσης γνωστό είναι ότι στην αρχαία Ελλάδα η μουσική, η αριθμητική η γεωμετρία και η αστρονομία ήταν αδελφές επιστήμες)

  Η ορχήστρα του είναι ένας τέλειος κύκλος, ενώ το κοίλον του αποτελεί τμήμα σφαίρας.

Ø  34 σειρές καθισμάτων στο κάτω διάζωμα και

Ø  21 σειρές καθισμάτων στο επάνω διάζωμα δίνουν τον αριθμό 55 (ЭЄ).

Ø  Το άθροισμα των 6 πρώτων αριθμών  (1+2+3+4+5+6) = 21

Ø  Το άθροισμα των 4 τελευταίων (7+8+9+10) =34.

Ø  Το άθροισμα των πρώτων 10 αριθμών (1+2+3+4+5+6+7+8+9+10) = 55 (ЭЄ).

Ø  Ο χρυσός αριθμός Φ κάνει την εμφάνιση του μιας και η αναλογία σειρών των δυο διαζωμάτων 21/34=0,618=Φ, αλλά και η αναλογία του κάτω διαζώματος προς το σύνολο των σειρών 34/55=0,618=Φ.


Θέατρο Επιδαύρου

  Δεν υπάρχει αμφιβολία για την εξαίρετη ακουστική υπεροχή όσον αφορά την ευκρίνεια της ομιλίας συγκρινόμενο με άλλα θέατρα της περιόδου που οφείλεται στον βέλτιστο σχεδιασμό του και την άριστη κατάσταση που διατηρεί μέχρι και σήμερα, κυρίως διότι όλα τα καθίσματα έχουν διατηρηθεί στην αρχική τους κατάσταση και μόνο κάποιες επεμβάσεις με επιστημονικά κριτήρια μπορούν να εντοπιστούν. Η ακουστική του λοιπόν είναι αξιοθαύμαστη. Έχουν γίνει αναρίθμητα πειράματα διάδοσης του ήχου , ομιλίας και μουσικής. Οι παρατηρήσεις όσον αφορά τη διάδοση του ήχου επιβεβαιώνουν την ομοιόμορφη διανομή της ηχητικής έντασης, και της συμμετρικής απόσβεσης σε απόσταση από την πηγή.

 Ακουστικά τεχνάσματα

  Οι θεατρικές μάσκες είναι θεμελιώδη στοιχεία της αρχαίας ελληνικής θεατρικής παράδοσης, και έχουν σημαντική επίδραση στην καλλιτεχνική παράσταση. Εκτός από την προφανή αλλαγή στην εμφάνιση των ηθοποιών, οι μάσκες, επίσης, αλλάζουν τα ακουστικά χαρακτηριστικά στις φωνές τους. Ως εκ τούτου, τόσο από το μέρος του θεατή και του ηθοποιού οι μάσκες επηρέασαν σημαντικά τα ακουστικά γεγονότα και μεταμόρφωσαν συνολικά τη θεατρική εμπειρία. Καθώς η τέχνη του θεάτρου εξελισσόταν, τα φυσικά χαρακτηριστικά των μασκών άλλαζαν όσον αφορά το μέγεθος των ανοιγμάτων, στο στόμα και το αυτί και στα υλικά κατασκευή τους. Η λειτουργία της μάσκας ήταν ζωτικής σημασίας για τους αρχαίους Έλληνες και η μάσκα ήταν κάτι παραπάνω από ένα τυπικό θεατρικό στοιχείο. Κατά την κλασική περίοδο οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν την ίδια λέξη για τη μάσκα και το πρόσωπο: πρόσωπον. Και αυτό δεν άλλαξε μέχρι το δεύτερο μισό του 4ου αιώνα π.χ., όταν ο Θεόφραστος χρησιμοποιεί για πρώτη φορά η λέξη προσωπείο για να περιγράψει τη μάσκα.


Προσωπεία από Μουσείο Στοάς Αττάλου

  Μια μάσκα θεάτρου έδινε στον ηθοποιό ένα νέο πρόσωπο, βοηθώντας τον να δημιουργήσει μια νέα ταυτότητα, ιδανική για τον ρόλο του. Από την άλλη πλευρά του προσέδιδε εκτός από ένα νέο πρόσωπο και μια νέα φωνή , μια νέα ακουστική αντίληψη της φωνής του. Οι κλασσικές μάσκες είχαν μορφή κράνους και τα ανοίγματα στο στόμα και τα μάτια ήταν μάλλον μικρά. Μια τέτοια κατασκευή αναπόφευκτα αλλάζει τα ακουστικά χαρακτηριστικά της φωνής του ηθοποιού, τόσο από την άποψη του θεατή όσο του ηθοποιού. Η μάσκα ενισχύει σημαντικά την ομιλία του σήματος, ακόμη και όταν τα αυτιά του ομιλητή δεν καλύπτονται τελείως από το κράνος- μάσκα.

 Το μυστικό της ηχητικής των αρχαίων θεάτρων, αντηχούντα αγγεία

  Όπως αναφέραμε στον 5ο αιώνα , οι βασικές αρχές σχεδίασης του Ελληνικού θεάτρου είχαν φτάσει σε αρκετά υψηλό επίπεδο. Μέχρι το τέλος του 4ου αιώνα π.χ. χαρακτηριστική είναι η είσοδος των μαθηματικών (θεωρία αριθμών των Πυθαγορείων) στις γεωμετρικές χαράξεις και γενικότερα στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό των κτιρίων και ειδικότερα των θεάτρων. Όπως αναφέρεται ο σχεδιασμός τους επηρεάστηκε από την ακουστική η οποία κατά τον 4ο αιώνα αρχίζει ίσως να διαμορφώνεται σαν επιστήμη.

Ιδιαίτερα από το τέλος του 4ου αιώνα συμβαίνει η μεταπήδηση από τις θεωρίες των Πυθαγορείων στις Αριστοτελικές θεωρίες , η οποία δίνει ώθηση στην εξέλιξη των επιστημονικών θεωριών της μουσικής και της ακουστικής. Χαρακτηριστική μορφή της περιόδου μεταπήδησης είναι αυτή του Αριστόξενου του Ταραντίνου,  στου οποίου οι μουσικές θεωρίες οφείλεται και ο μετέπειτα διαχωρισμός του μουσικού κόσμου στους Κανονικούς (οπαδούς του Πυθαγορείου ) και στους Αρμονικούς (οπαδούς της θεωρίας του Αριστόξενου σύμφωνα με την οποία καθοριστικός παράγοντας της μουσικής αρμονίας είναι η ακοή και ο τελικός κριτής είναι το αφτί).Την εποχή αυτή λοιπόν αρχίζει η χρήση ακουστικών αγγείων για τη βελτίωση της ακουστικής και οι σχετικές θεωρίες αναφέρονται από τον Λατίνο Βιτρούβιο στα κεφάλαια 4 και 5 , του 5ου βιβλίου του με τίτλο «De Architecture», στο οποίο ενσωμάτωσε όπως ο ίδιος αναφέρει τις θεωρίες του Αριστόξενου.

 «τα αντηχούντα αγγεία τοποθετούνταν σύμφωνα με έναν μαθηματικό υπολογισμό σε κόγχες κάτω από τα σκαλιά του κοίλου, διηρημένα σε αγγεία τέταρτης, πέμπτης, όγδοης και διπλής όγδοης, σύμφωνα με τις αντηχήσεις τους στις διάφορες νότες. Όταν η φωνή των ηθοποιών, περιβάλλοντας τα αγγεία, που είναι στον ίδιο τόνο με αυτήν, προκαλεί την αντήχησή τους, γίνεται πιο δυνατή, πιο καθαρή και πιο μεγαλεπήβολη».

v  Όλα ξεκίνησαν όπως φαίνεται από την εισαγωγή των μαθηματικών και της θεωρίας των αριθμών από τους Πυθαγόρειους στην αρχιτεκτονική.

v  Τότε χρησιμοποίησαν γεωμετρικές χαράξεις στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό των κτιρίων και ειδικότερα των θεάτρων.

v  Ειδικά ο σχεδιασμός των θεάτρων επηρεάστηκε σημαντικά από την ακουστική, η οποία διαμορφώνεται σε επιστήμη από τον Αριστόξενο τον Ταραντίνο.

v  Ο Βιτρούβιος στο πέμπτο βιβλίο του αναλύει την αρμονική θεωρία του Αριστόξενου και παραθέτει μουσικό διάγραμμα του Αριστόξενου.

v  Το διάγραμμα αυτό δεν έχει σωθεί. Είναι όμως εύκολο να το αναπαραστήσουμε με βάση τις περιγραφές του Βιτρούβιου.

v  Ο Αριστόξενος μας δίνει τις ακριβείς θέσεις και τις προδιαγραφές των "ηχείων", δηλαδή των αντηχούντων αγγείων.

v  Εκτός από τις αρχαίες πηγές, σύγχρονες ακουστικές έρευνες αποδεικνύουν ότι στα αρχαία θέατρα έχουν εφαρμοστεί βασικές αρχές σχεδιασμού που εξασφαλίζουν ηχοπροστασία, ακουστική ζωντάνια, διαύγεια και καταληπτότητα του θεατρικού λόγου.

v  Μια από τις βασικότερες αρχές είναι η ενίσχυση της φωνής με έγκαιρες, θετικές ηχοανακλάσεις επάνω σε στοιχεία του θεάτρου (δάπεδο ορχήστρας, πρόσοψη κτιρίου σκηνής, λογείο), για την εξασφάλιση ενός φυσικού, αυτοδύναμου (παθητικού) μεγαφώνου, που αναπληρώνει τις ενεργειακές απώλειες, κυρίως στα υψηλότερα καθίσματα του κοίλου.

  Τα κείμενα του Βιτρούβιου αναφέρουν ότι η τοποθέτηση στο κοίλο των χάλκινων σκευών, ανάμεσα στο ακροατήριο, ενισχύει τον ήχο που εκπέμπεται από τους ηθοποιούς μέσω του φυσικού συντονισμού των αγγείων για να βελτιώσει το ακουστικό πρόβλημα. Κύριο παράδειγμα που αναφέρεται είναι αυτό του θεάτρου της Κορίνθου στο οποίο χρησιμοποιήθηκαν χάλκινα αγγεία για να βελτιώσουν την ακουστική.

  Έτσι με βάση εργαστηριακών μετρήσεων που έγιναν και λαμβάνοντας υπ’ όψιν τη βιβλιογραφική έρευνα προκύπτει ότι σχετικές πηγές αναφέρουν ότι η ευρεία χρήση χάλκινων και μπρούτζινων συνηχητών ηχείων χρησιμοποιούνταν για την βελτίωση της ακουστικής, Το φαινόμενο αυτό που περιγράφεται από τον Βιτρούβιο μπορεί να αναπαραχθεί με χρήση ακουστικών αγγείων ειδικών χαρακτηριστικών (υλικών και γεωμετρικών). Κατά την εξέταση των συνηχητών αυτών, κατασκευασμένοι από άργιλο παρατηρήθηκε ότι συντελούν στο να απορροφηθεί ο ήχος παρά να ενισχυθεί λόγω των υλικών κατασκευής των συνηχητών. Κατά την εξέταση όμως συνηχητών από γυαλί έχουμε έντονα φαινόμενα σύζευξης , ενίσχυσης του ήχου με σημαντική επιρροή στους χώρους. Ανάλογη είναι και συμπεριφορά συνηχητών από λεπτό μέταλλο. Επίσης σημαντική επίδραση των συνηχητών αγγείων στην περίπτωση που είναι «κουρδισμένα» πάνω στο γένος που θα εκτελούνταν το μουσικό-θεατρικό θέμα. Πράγμα το οποίο ενίσχυε πρώτον τη διέγερση της πηγής και δεύτερον διότι απορροφά ακουστική ενέργεια από τις όμορες , μη συντονισμένες συχνότητες .

H Ακουστική Τότε και Σήμερα

  H ακουστική ποιότητα των αρχαίων Ελληνικών θεάτρων είναι τόσο γνωστή όσο και αξιοθαύμαστη, με αποτέλεσμα να παίρνει χαρακτήρα μυστικισμού. Στην πραγματικότητα για πολλά στοιχεία της ακουστικής αυτής έχουμε συγκεκριμένες απαντήσεις. Αυτές δεν θα πρέπει να τις δούμε σαν απομυθοποίηση. Γιατί δεν είναι πλήρεις, δεν απαντούν σε όλα τα ζητήματα. Αλλά κυρίως γιατί η επιτυχία των θεάτρων αυτών οφείλεται όχι μόνο στην ακουστική αλλά και στη μορφή και τη λειτουργία τους.

  Παράλληλα η κυκλική διάταξη υποχρεώνει σε μία συγκέντρωση όλου του θεάτρου στα δρώμενα, στοιχείο ζωτικό για τον θεατρικό χώρο, για το σχεδιασμό του και για την μεταφορά των θεατών από τον πραγματικό στο θεατρικό χώρο.


Θέατρο Πλευρώνας

Καμιά άλλη μορφή χώρου δεν δημιουργεί τέτοια αίσθηση συγκέντρωσης της προσοχής όλων στην παράσταση. Καμιά άλλη μορφή δεν δημιουργεί τέτοια αίσθηση συμμετοχής στη μεγάλη ομάδα των θεατών. Γι’ αυτό και παρά τα φτωχά συνήθως τεχνικά μέσα, σε σύγκριση με ένα πλήρες σύγχρονο θέατρο, το αίσθημα της μέθεξης είναι πανίσχυρο. Είναι στο χέρι του σκηνοθέτη να μας μεταφέρει ακόμη και σήμερα, πίσω στο χρόνο. Το θέατρο παρέχει όλα τα αναγκαία στοιχεία.

Γνωρίζουμε ότι η ακουστική δεν υπήρχε ως επιστήμη στον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Οι πρόγονοί μας ήταν περισσότερο φιλόσοφοι και λιγότερο επιστήμονες. Ως φιλόσοφοι είχαν την ικανότητα να παρατηρούν το περιβάλλον τους και να εξάγουν συμπεράσματα. Και ακόμη πιο σπουδαίο, είχαν τον κοινό νου να τα μεταφέρουν και να τα εφαρμόζουν στη ζωή τους, στα έργα τους.

*      H πρώτη παρατήρηση είναι η σχεδόν ομοιόμορφη κατανομή της ηχητικής ενέργειας της φωνής γύρω από έναν ομιλητή, μία παρατήρηση που μπορούσε να γίνει και να επαληθευτεί αμέτρητες φορές σε συγκεντρώσεις ομιλητών στην αγορά. Από αυτή προκύπτει ο κυκλικός χαρακτήρας του κοίλου.

*      H δεύτερη παρατήρηση είναι η παρεμπόδιση της άνετης ακρόασης, όταν ο ακροατής δεν βλέπει τον ομιλητή. Παρατήρηση που προήλθε επίσης από την αγορά, και που οδήγησε στην κλίση του κοίλου.

*      H τρίτη παρατήρηση είναι η ανάκλαση, μία παρατήρηση που γίνεται στη φύση, μπροστά σε ένα βράχο.

*      H ενίσχυση της φωνής από την ανάκλαση οδήγησε στη θέση των ηθοποιών πίσω, μπροστά στη σκηνή με ισχυρές ανακλάσεις πίσω και κάτω.

*      H τελευταία παρατήρηση είναι η ανάγκη για ησυχία. H μεγάλη ησυχία καθιστά τη φωνή ικανή να ακουστεί σε μεγάλες αποστάσεις. Γι’ αυτό οι θέσεις των αρχαίων θεάτρων είναι επιλεγμένες για τη μεγάλη ησυχία του περιβάλλοντος χώρου (σε πολλές περιπτώσεις ακόμη και σήμερα).

Το μόνο ζήτημα στο οποίο οι συνθήκες τότε ήταν χειρότερες για τους ηθοποιούς, ήταν οι θεατές. O επισκέπτης του θεάτρου έμενε εκεί πολλές ώρες, σε συνθήκες κάθε άλλο παρά σύγχρονου θεάτρου και συμμετείχε με αντιδράσεις, σε αντίθεση με το σημερινό θεατή που σέβεται το χώρο και την τέχνη.


Μικρό Θέατρο Επιδαύρου

Συμπεράσματα της Ακουστικής για το Σύγχρονο Θέατρο

  H πρόκληση για τον αρχιτέκτονα που σχεδιάζει ένα σύγχρονο θέατρο είναι να προχωρήσει, να δώσει δηλαδή λύσεις που να βελτιώνουν τις συνθήκες σε σχέση με τα γεμάτα ένταση και προσωπικότητα θεατρικά μνημεία του παρελθόντος. Στο δύσκολο αυτό εγχείρημα, μπορεί κανείς να συμβάλει με μία σειρά από σύγχρονες τεχνικές προσεγγίσεις.

  O σχεδιασμός με υπολογιστές και τα μοντέλα προσομοίωσης, με όλες τις αδυναμίες τους, παρέχουν στοιχεία που μπορούν να βοηθήσουν. Όχι μόνον μπορούμε να προβλέπουμε τις συνθήκες σε κάθε θέση του θεάτρου, μπορούμε ακόμη να προβλέπουμε τι θα συμβεί όταν ο ηθοποιός στραφεί αλλού ή σκύψει το κεφάλι. O σύγχρονος σχεδιασμός έχει έτσι τη δυνατότητα να ξεφύγει από τον απόλυτο κύκλο και από τη σταθερή κλίση ώστε να δώσει στο κοίλο πιο δυναμικές μορφές, προσαρμοσμένες στις δυνατότητες της φωνής και στην προσπάθεια για βέλτιστη ρύθμιση των ακουστικών παραμέτρων.

  Ελάχιστα στοιχεία κτιρίων σκηνής, κυρίως στοιχεία θεμελίωσης, έχουν διασωθεί ως τις μέρες μας, με αποτέλεσμα τα σημαντικότερα και ακόμη χρησιμοποιούμενα αρχαία ελληνικά θέατρα να έχουν τον κύκλο της ορχήστρας ανοιχτό προς τα πίσω, χωρίς πλάτη. Το γεγονός αυτό έχει αλλοιώσει τη μορφή των παραστάσεων. H θέση του ηθοποιού στο πίσω μέρος της ορχήστρας, κοντά στο κτίριο της σκηνής, που τον βοηθάει με δύο πρόσθετες ανακλάσεις, χάνεται.

  O ηθοποιός πλησιάζει τους θεατές, στο άλλο άκρο της ορχήστρας, σε μια προσπάθεια να ακουστεί και να φανεί καλύτερα. Έτσι, η αναστήλωση ενός αρχαίου θεάτρου με τη σκηνή του, θα δημιουργούσε μάλλον προβλήματα στη σύγχρονη παράσταση. Αν και τα σκηνικά (στη θέση της σκηνής) βοηθούν στην καλύτερη ακουστική, σε σύγκριση με την έλλειψη κάθε κάθετης ανακλαστικής επιφάνειας, η τοποθέτηση μόνιμου κτιρίου σκηνής βελτιώνει τις συνθήκες, αναγκάζοντας τους ηθοποιούς να κινούνται στο βάθος της ορχήστρας (μέχρι 8 m από τη σκηνή).

  Σε εκείνη τη θέση έχουν όχι μόνον τη στήριξη της σκηνής με την ανάκλασή της αλλά την πλήρη στήριξη της ορχήστρας με την πιο σημαντική ανάκλασή της στο έδαφος, όσο και μία ακόμη διπλή ανάκλαση. O ηθοποιός που κινείται κοντά στους ακροατές τελικά δεν ακούγεται πέρα απ τις πρώτες σειρές.


Θέατρο Σπάρτης