49ο ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΚΛΙΜΑΤΙΚΕΣ
ΑΛΛΑΓΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Σε μια
μελέτη που πραγματοποιήθηκε από το Παρατηρητήριο Κλιματικών Αλλαγών του Εθνικού
Αστεροσκοπείου Αθηνών (EAA), προβλέπεται αύξηση της θερμοκρασίας στη χώρα μας
από 7 έως 10 βαθμούς Κελσίου και μείωση των βροχοπτώσεων κατά 30% έως 40%, για
την περίοδο 2071 - 2100.
Η έρευνα του EAA για την τελευταία τριακονταετία του 21ου αιώνα στηρίχτηκε σε
κλιματικές προσομοιώσεις, κάτι που πραγματοποιείται για πρώτη φορά από ελληνικό
επιστημονικό φορέα.
Συγκεκριμένα προβλέπεται ότι η μέση μέγιστη θερμοκρασία για την περίοδο
2071-2100, σε σχέση με τις τιμές της περιόδου 1961-1990, για το μήνα Ιούλιο
αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά σε ολόκληρη την περιοχή.
Στις νότιες περιοχές της Ελλάδας - και στην Αττική - Ελλάδα η άνοδος θα είναι
της τάξης των 7-8 βαθμών, ενώ στην Κεντρική και Βόρεια Ελλάδα η άνοδος θα
κυμαίνεται μεταξύ 8-10 βαθμών.
Αλλά και στην ελάχιστη θερμοκρασία προβλέπεται αύξηση της μέσης τιμής στην
Ελλάδα η άνοδος θα είναι της τάξης των 6-7 βαθμών στις νότιες περιοχές, ενώ στην
Κεντρική και Βόρεια Ελλάδα η αύξηση θα κυμανθεί μεταξύ 7-8 βαθμών
Έρευνα του Αστεροσκοπείου Αθηνών προβλέπει πως το κλίμα της χώρας μας από
εύκρατο θα εξελιχθεί σταδιακά σε τροπικό
Μείωση
των βροχοπτώσεων
Σχετικά με
τη μεταβολή της βροχόπτωσης για τους μήνες Δεκέμβριο και Ιούλιο τα αποτελέσματα
δείχνουν ότι τον Δεκέμβριο, που είναι ο βροχερότερος μήνας σήμερα, στις
περισσότερες περιοχές της Ελλάδας, η μείωση των βροχοπτώσεων θα είναι σημαντική
κυρίως πάνω από τις θαλάσσιες περιοχές της Αν. Μεσογείου, αλλά και στη Δυτική
Ελλάδα, όπου η μέση βροχόπτωση την περίοδο 2071-2100 θα κυμαίνεται περίπου στο
60%-70% της σημερινής βροχόπτωσης. Στη Βορειοανατολική Ελλάδα, στα νησιά του
Ανατολικού Αιγαίου και στην Κρήτη η μείωση αναμένεται μικρότερη.
Τον Ιούλιο η μείωση των βροχοπτώσεων θα είναι πολύ σημαντική κυρίως στη Βόρεια
Ελλάδα, αλλά και σε όλη την περιοχή των Βαλκανίων. Η μέση βροχόπτωση στις
περιοχές αυτές την περίοδο 2071-2100 θα κυμαίνεται περίπου στο 20%-30% της
σημερινής βροχόπτωσης.
Η μείωση των βροχοπτώσεων θα είναι επίσης πολύ σημαντική σε περιοχές της Βόρειας
Ελλάδας, όπου κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού παρατηρούνται σήμερα σημαντικά
φαινόμενα καταιγίδων.
Στη Νότια Ελλάδα η μείωση των βροχοπτώσεων θα είναι επίσης μεγάλη, αλλά ως
γνωστό οι περιοχές αυτές χαρακτηρίζονται από ελάχιστες βροχοπτώσεις τους
καλοκαιρινούς μήνες ακόμη και σήμερα.
Ισχυρές
καταιγίδες εκδηλώνονται, με ραγδαίες βροχοπτώσεις και έντονες ηλεκτρικές
εκκενώσεις
Καυτή
Αθήνα
Η μέση
μέγιστη θερμοκρασία στην Αθήνα θα παρουσιάσει σημαντική αύξηση όλους του μήνες,
κυρίως όμως τους καλοκαιρινούς, όταν η αύξηση υπερβαίνει τους 7 βαθμούς.
Αντίστοιχη αυξητική πορεία θα παρουσιάσει και η μέση ελάχιστη θερμοκρασία, με τη
μεγαλύτερη αύξηση τους καλοκαιρινούς μήνες. Παράλληλα, το μέσο ύψος βροχής ανά
μήνα μειώνεται αρκετά, ακολουθώντας τη γενική τάση μετάβασης σεπερισσότερο ξηρό
κλίμα.
Όσον αφορά
τη μεταβολή της μέσης μέγιστης θερμοκρασίας για τη Θεσσαλονίκη, τη Λάρισα και το
Ηράκλειο, η αύξησή της θα είναι πιο έντονη τους καλοκαιρινούς μήνες.
Ηλεκτρική ενέργεια
Σε ότι αφορά την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, σε ετήσια βάση, η ζήτηση
ηλεκτρικής ενέργειας-αποκλειστικά εξαιτίας της μεταβολής των μετεωρολογικών
συνθηκών-αναμένεται ότι θα αυξηθεί περίπου κατά 5%. Κάτι τέτοιο συνεπάγεται
πρόσθετες δαπάνες για ηλεκτρισμό περίπου 200 εκατ. ευρώ ανά έτος.
Κατά τους μήνες της θερινής περιόδου (από Mάιο έως Oκτώβριο) θα υπάρξουν
σημαντικές αυξήσεις ηλεκτρικής ενέργειας. Συγκεκριμένα, η ζήτηση ηλεκτρισμού
αναμένεται να αυξηθεί κατά 3% τον Oκτώβριο, κατά 13%-17% το Mάιο, Iούνιο,
Aύγουστο, Σεπτέμβριο και σχεδόν κατά 20% τον Iούλιο.
Κατά τη χειμερινή περίοδο (από Nοέμβριο έως Aπρίλιο) η πρόγνωση του
Aστεροσκοπείου για την περίοδο 2.071-2.100 οδηγεί σε ηπιότερες μετεωρολογικές
συνθήκες σε σχέση με την περίοδο 1.961-1.990, δεδομένου ότι προβλέπεται αύξηση
των ελαχίστων θερμοκρασιών.
Έτσι, κατά τους μήνες αυτούς προβλέπεται μείωση στη ζήτηση της ηλεκτρικής
ενέργειας περίπου κατά 4%-5%, κάτι που θα συνεισφέρει στη συγκράτηση της ζήτησης
στο προαναφερθέν 5%.
Για την αυξημένη ζήτηση θα απαιτηθεί πρόσθετη εγκατεστημένη ισχύς του ηλεκτρικού
συστήματος της χώρας της τάξης των 3.100-3.700 MW.
Σε κίνδυνο βρίσκονται τα αποθέματα νερού στην Ελλάδα, εξαιτίας της κλιματικής
αλλαγής που ήδη έχει εμφανίσει τα πρώτα της σημάδια, αλλά και της κατασπατάλησης
του πολύτιμου αγαθού. Μεγαλύτερο πρόβλημα ξηρασίας αντιμετωπίζουν οι ανατολικές
περιοχές της χωράς, οι οποίες μαζί με τα νησιά του Αιγαίου και την Κρήτη
δέχονται μικρά και πολύ άνισα κατανεμημένα στον χρόνο ποσά βροχής. Βιώνουν,
δηλαδή, καταστροφικές πλημμύρες ιδιαίτερα τον χειμώνα και
μεγάλες ξηρασίες το καλοκαίρι.
Πόσιμο
νερό
Οι
μεγάλοι χρήστες του πόσιμου νερού είναι ο αγροτικός τομέας, που χρησιμοποιεί το
86% των διαθέσιμων αποθεμάτων, και ο οικιακός τομέας, που καταναλώνει περίπου το
10%. Ειδικά για τη μείωση της κατανάλωσης στη γεωργία, σύμφωνα με αποκλειστικές
πληροφορίες της Real planet, το υπουργείο Περιβάλλοντος ετοιμάζει νομοσχέδιο για
την αλλαγή της τιμολόγησης του νερού άρδευσης, όχι σύμφωνα με τα στρέμματα, αλλά
βάσει της χρήσης που κάνει κάθε παραγωγός.
Την τελευταία δεκαετία, ο ικανοποιητικός βαθμός βροχοπτώσεων -σε συχνότητα και
ποσότητα- έχει βελτιώσει τα αποθέματα της χώρας σε σχέση με τις δεκαετίες ’80
και ’90, όπου υπήρξε μια διαχρονική μείωση των αποθεμάτων, η οποία σε ορισμένα
ελληνικά ποτάμια έφτασε το 60% των μέσων ετήσιων παροχών νερού. Ωστόσο, ο
κίνδυνος ξηρασίας εξαιτίας της αλλαγής του κλίματος δεν έχει απομακρυνθεί,
ειδικά σε συγκεκριμένες περιοχές, όπου -σύμφωνα με τους επιστήμονες- θα
χρειαστεί να ληφθούν μέτρα. Στη σημερινή περίοδο, τα αποθέματα νερού είναι σε
σχετικά καλή κατάσταση, αφού οι βροχοπτώσεις την τελευταία τριετία ήταν κοντά ή
υψηλότερα από τον μέσο όρο της τελευταίας τριακονταετίας. Εξαίρεση αποτελούν
ορισμένες εντατικά καλλιεργούμενες περιοχές, όπως για παράδειγμα η Θεσσαλία και
κάποια άνυδρα νησιά του Αιγαίου, όπου η διαθεσιμότητα του νερού παραμένει
χαμηλή, κυρίως λόγω της κακής διαχείρισης του φυσικού αυτού πόρου και λιγότερο
λόγω των χαμηλών βροχοπτώσεων στις συγκεκριμένες περιοχές. Το κρίσιμο ερώτημα,
όμως, είναι τι θα γίνει στο άμεσο μέλλον, με δεδομένες τις επερχόμενες
κλιματικές αλλαγές, αλλά και την ανάγκη της χώρας για οικονομική ανάπτυξη, η
οποία απαιτεί αποθέματα υδάτινων πόρων.
Ο αγροτικός τομέας στην Ελλάδα, είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής υδάτινων
πόρων, απορροφώντας το
86% της συνολικής
κατανάλωσης.